Το 2011 θα φανεί εάν το οικονομικό πρόγραμμα που περιλαμβάνεται στο μνημόνιο μπορεί να βάλει τις βάσεις για την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας ή θα μας οδηγήσει σε οικονομικό και κοινωνικό αδιέξοδο.
Με ή χωρίς μνημόνιο, είμαστε, πάντως, υποχρεωμένοι να πληρώσουμε ένα λογαριασμό που δημιουργήθηκε, με ευθύνη των κυβερνήσεων και μεγάλη λαϊκή συμμετοχή, σε βάθος δεκαετιών.
Το δημόσιο χρέος
Μια ματιά στην εξέλιξη του χρέους του ελληνικού Δημοσίου οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αυξήθηκε θεαματικά κατά την περίοδο της παπανδρεϊκής Αλλαγής, ξεπέρασε για πρώτη φορά το φράγμα του 100% του ΑΕΠ το 1993, τελευταίο χρόνο της διακυβέρνησης της χώρας από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, σταθεροποιήθηκε με τα κατάλληλα λογιστικά τρικ και τις αναθεωρήσεις του ΑΕΠ σε αυτό το επίπεδο μέχρι το 2005. Από το 2006 μέχρι το 2008 το δημόσιο χρέος αυξήθηκε σε 110% του ΑΕΠ και στη συνέχεια παρατηρήθηκε μια εκρηκτική αύξησή του, που αναμένεται να το φτάσει πάνω από 150% του ΑΕΠ πριν από τα τέλη του 2011.
Η Ελλάδα απέκτησε χαρακτηριστικά υπερχρεωμένης χώρας από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, με τη μεγαλύτερη ευθύνη να ανήκει στις κυβερνήσεις της Αλλαγής του Ανδρέα Παπανδρέου. Η πολιτική ηγεσία, αντί να συντονίσει την προσπάθεια σταδιακού περιορισμού του δημόσιου χρέους στο 60% του ΑΕΠ, με βάση τους κανόνες της ΟΝΕ, συνέχισε τη χαλαρή δημοσιονομική διαχείριση, για να αποφύγει το πολιτικό και εκλογικό κόστος που συνδέεται με τη μεγάλης διάρκειας δημοσιονομική αυστηρότητα.
Οι διαρθρωτικές αλλαγές
Η διαχείριση του πολιτικού και εκλογικού κόστους οδήγησε στην αναβολή των αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών. Ακόμα και αυτές που έγιναν στα τέλη της δεκαετίας του ’90 με πρωτοβουλία της κυβέρνησης Σημίτη συνοδεύτηκαν από ρυθμίσεις που δημιούργησαν σε βάθος χρόνου πρόσθετα προβλήματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η μετοχοποίηση της ΔΕΗ, που συνδυάστηκε με το πέρασμα του οικονομικού βάρους των συντάξεων των πρώην υπαλλήλων της επιχείρησης από αυτήν στον κρατικό προϋπολογισμό. Με αυτήν τη μεθόδευση έγινε ελκυστικότερη για τους επενδυτές η ΔΕΗ και διευκολύνθηκε η μετοχοποίησή της. Από τότε μέχρι σήμερα ο κρατικός προϋπολογισμός έχει δαπανήσει ένα ποσό που είναι υπερδιπλάσιο των εισπράξεων του Δημοσίου από τις μετοχοποιήσεις της ΔΕΗ.
Σε άλλες περιπτώσεις η κυβέρνηση Σημίτη υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τα μεταρρυθμιστικά της σχέδια για να αποφύγει την αντίδραση των κομματικών και συνδικαλιστικών οργανώσεων του ΠΑΣΟΚ. Έτσι, η ασφαλιστική μεταρρύθμιση που είχε την υπογραφή του τότε υπουργού Εργασίας κ. Γιαννίτση πετάχτηκε στο καλάθι των αχρήστων, με αποτέλεσμα να υποχρεωθούμε να εφαρμόσουμε μία δεκαετία αργότερα πραγματικά ισοπεδωτικές αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα.
Πληρώνουμε ακριβά την καθυστέρηση των αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών αλλά και το αξιοπερίεργο μείγμα μεταρρυθμίσεων και διαχείρισης πολιτικού, εκλογικού κόστους.
Σπατάλες με το ευρώ
Η ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ δεν οδήγησε σε αλλαγή διαχειριστικών συνηθειών. Συνεχίστηκε μια αρκετά χαλαρή εισοδηματική και δημοσιονομική πολιτική, με αποτέλεσμα να διαβρωθεί, σε βάθος δεκαετίας, η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας κατά 25% έναντι των Ευρωπαίων εταίρων και ανταγωνιστών μας. Το πολιτικό, συνδικαλιστικό σύστημα διαχειρίστηκε το ευρώ με λογική δραχμής. Παράλληλα, η μείωση του κόστους δανεισμού διευκόλυνε την υπερχρέωση του ελληνικού Δημοσίου και των παραφυάδων του.
Αντί, λοιπόν, να αξιοποιήσουμε την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ για να βελτιώσουμε τη θέση της στον πίνακα της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας, κάναμε ό,τι μπορούσαμε για να περιέλθουμε σε παραγωγικό αδιέξοδο και να βρεθούμε στο περιθώριο της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας αγοράς. Χώρες της Ευρωζώνης με εξαιρετικά ανταγωνιστική οικονομία, όπως η Γερμανία, επέβαλαν σκληρή οικονομική πειθαρχία στους εργαζόμενους και τις οικογένειές τους για να ενισχύσουν τη διεθνή θέση της εθνικής οικονομίας, ενώ εμείς συνεχίσαμε παραδοσιακές «δραχμικές» πρακτικές σε εντελώς διαφορετικές οικονομικές και δημοσιονομικές συνθήκες.
Ολυμπιακό «σόου»
Η μεγάλη εθνική υπόθεση των Ολυμπιακών Αγώνων μετατράπηκε σε ένα εντυπωσιακό «σόου» χωρίς επενδυτική, παραγωγική και τουριστική συνέχεια. Αναλάβαμε τεράστιες οικονομικές υποχρεώσεις, που συνέβαλαν στη διαδικασία υπερχρέωσης του ελληνικού Δημοσίου, χωρίς να ολοκληρώσουμε τη βασική και την ολυμπιακή υποδομή και χωρίς να προγραμματίσουμε τη συνέχιση της ολυμπιακής αναβάθμισης της διεθνούς εικόνας της Ελλάδας και της οικονομίας μας. Τελικά μείναμε με το λογαριασμό, έχοντας χάσει τις ευκαιρίες που δημιούργησαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες.
Πολιτικά κόλπα
Η κατάσταση της οικονομίας θα ήταν πολύ καλύτερη εάν οι πρωταγωνιστές του πολιτικού συστήματος είχαν αποφύγει τις απαράδεκτες υπερβολές. Το 2004 η κυβέρνηση του κ. Καραμανλή προχώρησε στη λεγόμενη δημοσιονομική απογραφή, που έφερε στη συνέχεια τη δημοσιονομική επιτήρηση, σε μια προσπάθεια να απαλλαγεί από τις προεκλογικές της υποσχέσεις. Το ίδιο πολιτικό κόλπο σε μεγαλύτερη κλίμακα και σε χειρότερες οικονομικές συνθήκες έκανε το 2009 ο κ. Παπανδρέου. Προεκλογικά μοίραζε υποσχέσεις για εισοδηματικές αυξήσεις και κοινωνικές παροχές, επιμένοντας ότι «υπάρχουν τα λεφτά», και μετεκλογικά περιέγραψε τη χώρα σαν απόλυτα διεφθαρμένη και οικονομικά αποτυχημένη, για να δικαιολογήσει τη στροφή από την παροχολογία στα μέτρα λιτότητας.
Πηγή : Γιώργος Κύρτσος - citypress.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου